Ο μύθος του
Κύκνου
Ο Κύκνος ήτανε ληστής
Μοβόρος, άγριος, μοχθηρός,
Μοβόρος, άγριος, μοχθηρός,
Στα μέρη του όποιοι έφταναν
Δεν έβλεπαν ξανά το φως.
Ο Άρης ήταν πατέρας του
Γι’ αυτό κι ο χαρακτήρας,
Που ήταν τόσο δύστροπος
Παράδειγμα μοχθηρίας.
Φαίνεται πως το λημέρι του
Με όλο τον συρφετό,
Ήταν κοντά στων Αμφαινών
Το λόφο τον κωνικό
Με όλο τον συρφετό,
Ήταν κοντά στων Αμφαινών
Το λόφο τον κωνικό
Επάνω του αν ανεβείς
Θα δεις εξαίσιο σκηνικό
Θα δεις εξαίσιο σκηνικό
Και στην περίοπτη κορφή
Του Απόλλωνα το ιερό.
Τα τωρινά του ερείπια
Λαμπρή έγραψαν ιστορία ,
Λαμπρή έγραψαν ιστορία ,
Όταν του Παγασαίου Απόλλωνα
Γινόταν η λατρεία.
Ο Κύκνος τον Απόλλωνα
Τον είχε εξοργίσει
Τον είχε εξοργίσει
Κι εκείνος απ’ τον Ηρακλή
Βοήθεια θα ζητήσει.
Γιατί
Με συμμορία λήστευε
Τα δώρα απ’ τους πιστούς,
Τα δώρα απ’ τους πιστούς,
Που στο ιερό του τα’ φερναν
Στους ξακουστούς Δελφούς.
Ο Ηρακλής ,που πήγαινε
Τον Κύηκα να συναντήσει,
Τον Κύηκα να συναντήσει,
Στον Παγασαίο Απόλλωνα
Σταμάτησε να προσκυνήσει.
Εκεί ο Κύκνος έστηνε
Άγριες μονομαχίες,
Άγριες μονομαχίες,
Μ’ εκείνους που συλλάμβαναν
Δικές του συμμορίες.
Αφού τους ξάπλωνε νεκρούς
Μάζευε τα κρανία,
Για να υψώσει τέμενος
Μάζευε τα κρανία,
Για να υψώσει τέμενος
Στου Άρη τη λατρεία.
Ο Ηρακλής συμφώνησε
Να γίνει η μονομαχία,
Να σταματήσει το κακό που έκανε
Του Κύκνου η συμμορία.
Να γίνει η μονομαχία,
Να σταματήσει το κακό που έκανε
Του Κύκνου η συμμορία.
Ο Ήφαιστος του Ηρακλή
Χάλκευσε τις κνημίδες,
Χάλκευσε τις κνημίδες,
Τέτοιες που να πετούν σπιθιές
Σαν τις πυγολαμπίδες.
Η Αθηνά, που στήριζε
Του Ήρωα τις επιλογές,
Του Ήρωα τις επιλογές,
Θώρακα χρυσό του χάρισε
Και επωμίδες πολύ σκληρές.
Μα κι η ασπίδα του ήτανε
Πανέμορφη λαμπερή,
Πανέμορφη λαμπερή,
Του Δία ήταν χάρισμα,
Του Ήφαιστου η κατασκευή.
Η Αθηνά κατέφθασε
Να τον προειδοποιήσει,
Να τον προειδοποιήσει,
Μόνο με άμυνα είναι θεμιτό
Τον Άρη ν’ αντιμετωπίσει.
Η συμφωνία ήτανε
Με τον Κύκνο να συγκρουστεί
Με τον Κύκνο να συγκρουστεί
Κι ο Άρης ο πατέρας του
Δίπλα του να σταθεί.
Μπορεί όμως το νεκρό
Κύκνο να τον ληστέψει,
Κύκνο να τον ληστέψει,
Όχι όμως και τα άλογα
Ούτε εξοπλισμό να κλέψει.
Όλες πάντως οι πράξεις του
Πάνω απ’ το νεκρό,
Πάνω απ’ το νεκρό,
Πρέπει να έχουν έγκριση
Απ’ το Δία τον αρχηγό.
Κι ο Ηρακλής
Κράνος και Δόρυ άδραξε
Βέλη και τόξο δυνατό,
Βέλη και τόξο δυνατό,
Ανέβηκε στο άρμα του
Με τον Ιόλαο τον ανιψιό.
Η Αθηνά
Ανέβηκε και κάθισε
Αθέατη πάνω στο άρμα,
Αθέατη πάνω στο άρμα,
Την ώρα της επίθεσης
Νίκης να φέρει αύρα.
Τα γκέμια τότε πιάνοντας
Με πάθος θα οδηγήσει,
Με πάθος θα οδηγήσει,
Τον Ηρακλή αγέρωχα
Τον Κύκνο να συναντήσει.
Του Ηρακλή η αρματωσιά
Άστραφτε απ’ το φως του ήλιου,
Άστραφτε απ’ το φως του ήλιου,
Που έγλυφε τα χρυσοκόκκινα
Λοφάκια του Πηλίου.
Το θέαμα εξαίσιο
Η σκέψη τους πετούσε,
Η σκέψη τους πετούσε,
Η ομορφιά να ζει κανείς
Δύναμη απαιτούσε.
Ο Κύκνος
Ο Κύκνος ήτανε κι αυτός
Κατάλληλα οπλισμένος,
Κατάλληλα οπλισμένος,
Κι ο Άρης ο πατέρας του
Δίπλα του αγριεμένος.
Με δύναμη στων Παγασών
Τον κάμπο εφορμούν,
Τον κάμπο εφορμούν,
Ο ένας τον άλλον ασάλευτο
Στο χώμα επιθυμούν.
Τα άρματα που συγκρούστηκαν
Τους δυο θα τους γκρεμίσουν,
Τους δυο θα τους γκρεμίσουν,
Όταν τα δόρατα τις δυνατές
Ασπίδες θα χτυπήσουν.
Στάθηκαν όμως όρθιοι
Συνέχισαν το σκοτωμό,
Συνέχισαν το σκοτωμό,
Ώσπου ένα βέλος του Ηρακλή
Κάρφωσε του Κύκνου το λαιμό.
Mε γδούπο ο
Κύκνος έπεσε
Άπνοος ο τρομερός στη γη,
Άπνοος ο τρομερός στη γη,
Το δόρυ ο Άρης άρπαξε,
Σημάδευε τον Ηρακλή.
Η Αθηνά που θύμωσε
Θα τον εκτροχιάσει,
Θα τον εκτροχιάσει,
Ο Άρης όμως με σπαθί
Βάλθηκε να τον κομματιάσει.
Μ’ αστροπελέκι ο αρχηγός
Ο Δίας θα τους σταματήσει,
Ο Δίας θα τους σταματήσει,
Πήρε ο Ηρακλής τα λάφυρα
Το ταξίδι του θα συνεχίσει.
Μα με το δόρυ ο Ηρακλής
Στην κνήμη είχε χτυπήσει,
Στην κνήμη είχε χτυπήσει,
Τον Άρη που από ντροπή
Για τον Όλυμπο θα ξεκινήσει..
Η έκβαση της μάχης έφερε
Τάξη κι ελευθερία,
Τάξη κι ελευθερία,
Αφού τεράστια περιοχή
Καθάρισε από τη ληστεία.
Του Κύκνου τον ενταφιασμό
Ο Κύηκας θα φροντίσει,
Ο Κύηκας θα φροντίσει,
Γαμπρός του ήταν και πανάκριβη
Ταφόπλακα θα τοποθετήσει.
Της Τραχίνιας ο βασιλιάς
Ο Κύηκας του’χε δώσει,
Ο Κύηκας του’χε δώσει,
Την κόρη του για σύζυγο
Που τώρα θα τον κατευοδώσει.
Του Ηρακλή ήταν ξάδελφος
Και διαρκής προστάτης,
Και διαρκής προστάτης,
Στα δύσκολα του πάντοτε
Ήταν συμπαραστάτης.
Μιας και μέσ’ τις φλέβες τους
Κόχλαζε αίμα συγγενικό,
Κόχλαζε αίμα συγγενικό,
Για της Τραχίνιας έφυγαν
Μαζί το αρχοντικό.
Τον τάφο του Κύκνου έδειχνε
Η ταφόπετρα η τιμητική,
Η ταφόπετρα η τιμητική,
Στον Άναυρο, κοντά, μα οι πράξεις του
Ανάμνηση αρνητική.
Μα και νεκρό ο Απόλλωνας
Τον Κύκνο θα εκδικηθεί,
Τον Κύκνο θα εκδικηθεί,
Με μια πλημμύρα που’ στειλε
Η ταφόπλακα θα εξαφανιστεί.
<<Αυτός δεν έχει θεό>>.