SAPPHO
The eyes of my soul,
Of my galloping fantasy,
See alive your airy form
Between the paths of your birthplace,
On the hard rocks of enceladus nemesis.
They see you walking beside the deserted costs,
Embraced with your lyre,
Gathering scattered sounds and images
To transform them into immortal rhyms,
In hymns of joy of life.
My hart in love strikes me without rhythm,
And the structure of my body is disrupted
When I come again and again to your eternal shadows,
Inside the burnt bramble of your visions.
I also have a great desire to touch your gown
Where the well-folded tucks
Describe your curved divine beauty,
Obeying the intentions of the greedy winds.
The winds that you listened to chisel the rocks of Ordymnus
During to your sleepless nights,
Rounding his beeps,
That their elaborate Doric thorns
Stubbornly refused their every move.
I stand on the edge of the cliff,on your good looking position
To the hillocks of Chios
And to the green waters of Eressos
With the oleanders of my perpetual nostalgia.
The oleanders you see το expire from love
In the huggings of the thersty willow
And to flirt in the calls
In the magic witchcraft of the intoxicating grove.
I see you send signals
On the ships of the ancient conctors,
On the rowing of the Argonauts,
Shaking your alabaster hand
Among the Aegean open sea-sharks.
But the breeze that caress my body
You are, the omnipotent muse,
Next to me at the edge of the sea,on the pebbles
They baste between your sandals.
It is you who recite the divine verses
Your unconventional escape,
Your joining in the delimitation of ideals,
Everyone who changes the world,
Those who heat the souls
And they bring them closer to the supreme,the divine.
Closer to you.
Anemotia -Lesvou July 2013
In my birth house
Ψάπφα
Τα μάτια της ψυχής
μου,
Της καλπάζουσας
φαντασίας μου
Βλέπουν ζωντανή την
αέρινη μορφή σου
Ανάμεσα στα μονοπάτια της γενέθλιας γης σου,
Πάνω στα σκληρά
βραχοτόπια της νέμεσης του εγκέλαδου.
Σε βλέπουν να περπατάς δίπλα στα
ερημικά ακρογιάλια,
Αγκαλιά με τη λύρα σου
Μαζεύοντας σκόρπιους
ήχους και εικόνες
Για να τα μετουσιώνεις σε αθάνατες ρίμες,
Σε ύμνους
της χαράς της ζωής.
Η ερωτευμένη καρδιά
μου χτυπά χωρίς ρυθμό
Κι αναστατώνεται η δομή του κορμιού μου
Σαν έρχομαι ξανά και
ξανά στους αιώνιους ίσκιους σου,
Στην καιόμενη βάτο των
οραμάτων σου.
Λαχταρώ ακόμα ν’
ακουμπήσω την εσθήτα σου,
Που οι καλοδιπλωμένες πιέτες της
Διαγράφουν την καμπύλη
θεϊκή ομορφιά σου,
Υπακούοντας στις
προθέσεις των άπληστων ανέμων.
Τους ανέμους που
άκουγες τις άγρυπνες νύχτες σου
Να σμιλεύουν τους βράχους του Όρδυμνου,
Στρoγγυλεύοντας τις αστιβές
του,
Που τα περίτεχνα
Δωρικά αγκάθια τους
Αρνούνταν πεισματικά
κάθε τους κίνηση.
Στέκομαι στην άκρη του βράχου,
στο αγνάντι σου
Προς τις αχνογραμμές της Χίου
Και προς τις πράσινες νεροσυρμές της Ερεσού
Με τις πικροδάφνες της
αέναης νοσταλγίας μου.
Τις πικροδάφνες που έβλεπες να ξεψυχούν από έρωτα
Στ’ αγκαλιάσματα της
διψασμένης ιτιάς
Και να ερωτοτροπούν στα καλέσματα,
Στα μαγικά γητέματα της μεθυστικής
αλυγαριάς.
Σε βλέπω να στέλνεις
σινιάλα
Στα καράβια των αρχαίων
κονκισταδόρων,
Πάνω στη ρότα των
Αργοναυτών,
Κουνώντας το αλαβάστρινο χέρι σου
Ανάμεσα στους Αιγαιοπελαγίτικους θαλασσόκρινους.
Μα και η αύρα που
χαϊδεύει το κορμί μου
Είσαι συ πανανθρώπινη
μούσα,
Δίπλα μου στην άκρη του γιαλού, πάνω στα βότσαλα
Που μπερδεύονται ανάμεσα στα σανδάλια σου.
Είσαι συ που
απαγγέλεις τους θείους στίχους
Της αντισυμβατικής
απόδρασής σου,
Της μέθεξής σου στην
οριοθέτηση του ιδεατών,
Όλων όσων αλλάζουν τον κόσμο,
Όσων ζεσταίνουν τις
ψυχές
Και τις φέρνουν πιο
κοντά στο υπέρτατο, το θείο.
Πιο κοντά σε σένα .
Ανεμώτια Ιούλιος 2013